ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΗ
Η ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΗ συγκροτείται από μια σειρά πράξεων που κατευθύνονται σε ορισμένο σκοπό, ο οποίος είναι η έκδοση και η εκτέλεση μιας δικαστικής απόφασης σχετικής με την ενοχή ή την αθωότητα του κατηγορούμενου.
Τα προ της ενάρξεως της ποινικής Δίκης:
Α- ΣΤΑΔΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΚΑΡΚΤΙΚΗΣ ΕΞΕΤΑΣΗΣ:
Σκοπός είναι η συγκέντρωση των απαραίτητων στοιχείων, ώστε να εξακριβωθεί αν τελέστηκε ή όχι το έγκλημα που διερευνάται, καθώς και ο δράστης αυτής.
Ο Εισγ. Πληροφορείται την τέλεση του εγκλήματος με:
-Ανακοίνωση Δημοσίου Εγγράφου ( 37-38-41)
-Προσωπική Γνώση (36 )
- Αστυνομική Προανάκριση. ( 243 ΠΑΡ. 2 ΚΠΔ).
Όταν ο Εισαγγελέας ασκήσει την ποινική δίωξη φεύγει από τα χέρια του η υπόθεση και αρμόδια πια να αποφασίσουν είναι τα δικαστικά συμβούλια ή τα δικαστήρια.
Για να μην ασχολούνται λοιπόν με αβάσιμες ή’’ προφανώς ψευδείς ‘’ κατηγορίες, οι δικαστικές αρχές, ο νόμος επιτάσσει ΠΡΙΝ ασκήσει την ποινική δίωξη ο Εισαγγελέας, να εξετάσει το βάσιμο της κατηγορίας. Για αυτό και έχει το δικαίωμα πριν ασκήσει τη δίωξη να ενεργήσει ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ο ίδιος ή δια των γενικών [33] και ειδικών [34] ανακριτικών υπαλλήλων [43 παρ. 2]. Το αυτό δικαίωμα έχει και ο Εισαγγελέας Εφετών [ υπέρτατη διεύθυνση ανάκρισης] το οποίο ασκεί ο ίδιος ή με έναν αντιεισαγγελέα και ο Εισαγγελέας του Α.Π. [35].
Εάν ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών κρίνει ότι η έγκληση ή η μήνυση κ.λ.π. είναι βάσιμη ασκεί τη δίωξη
Εάν όμως δεν στηρίζεται στο Νόμο ή είναι ‘’προφανώς ψευδής’’ βάζει αυτήν στο αρχείο και ΥΠΟΒΑΛΛΕΙ ΤΗΝ ΔΙΚΟΓΡΑΦΊΑ ΣΤΟΝ Εισαγγελέα Εφετών αναφέροντας σε αυτόν τους λόγους που δεν άσκησε την δίωξη.
Ο Εισαγ Εφετών, έχει δικαίωμα να παραγγείλει προκαταρκτική εξέταση αν πρόκειται για κακούργημα ή την άσκηση ποινικής δίωξης ή τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης στα λοιπά εγκλήματα. (43 παρ. 2)
Αν πρόκειται για έγκληση, αν κρίνει ότι δεν στηρίζεται στο νόμο, ή είναι προφανώς αβάσιμη στην ουσία της, ή ανεπίδεκτη δικαστικής εκτιμήσεως, την απορρίπτει με διάταξη που περιλαμβάνει συνοπτική αιτιολογία. Ο εγκαλών έχει δικαίωμα να λάβει γνώση και αντίγραφο της διάταξης. ( 47 παρ. 1)
Ο εγκαλών έχει δικαίωμα να προσφύγει μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριών (3) μηνών από την έκδοση της διάταξης στον αρμόδιο Εισαγγ Εφετών. ( 48 παρ. 1)
Αν ο Εις Εφετών δεχθεί την προσφυγή παραγγέλνει είτε τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης αν πρόκειται για κακούργημα για το οποίο δεν έχει ήδη διενεργηθεί, είτε την άσκηση ποινικής δίωξης στις λοιπές περιπτώσεις και διατάσει την επιστροφή του παραβόλου στον καταθέσαντα αυτό . ( 48 παρ. 3).
Β.- ΤΟ ΣΤΑΔΙΟ ΤΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΗΣ
Χωρίζεται, βασικά σε δύο στάδια. Στη ΠΡΟΔΙΚΑΣΙΑ (239 επ.) και στην ΕΠ’ ΑΚΡΟΑΤΗΡΙΟΥ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ (320επ.).
Η ΠΡΟΔΙΚΑΣΙΑ διακρίνεται:
Στην ΑΝΑΚΡΙΣΗ [239 επ.] και
στην ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ [ή διαδικασία δικαστικών συμβουλίων] [305 επ.].
Η ΑΝΑΚΡΙΣΗ διακρίνεται:
στην ΠΡΟΑΝΑΚΡΙΣΗ ( 243 επ.) και
στην ΤΑΚΤΙΚΗ [ή κύρια] ΑΝΑΚΡΙΣΗ ( 246 επ.)
Η ΕΠ’ ΑΚΡΟΑΤΗΡΙΟΥ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ διακρίνεται:
Στην ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΗ ΦΑΣΗ (320) και
Στην ΚΥΡΙΑ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ [329 επ.]
Η ΚΥΡΙΑ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ περιλαμβάνει:
α] την έναρξη της εκδίκασης [339-349]
β]την απόδειξη [Μάρτυρες 350-361, Πραγματογνωμοσύνη [362] αυτοψία [363] έγγραφα [364-365], απολογία κατηγορουμένου και εξέταση ‘’ αστικώς υπευθύνου’’ [366-368], αγορεύσεις [369], περάτωση δίκης, έκδοση απόφασης [369—373].
ΓΕΝΙΚΑ
Το ισχύον δικονομικό σύστημα είναι το σύγχρονο μικτό και οι αρχές που ισχύουν στη προδικασία είναι: ΕΛΛΕΙΨΗ ΑΝΤΙΔΙΚΙΑΣ, ΜΥΣΤΙΚΟΤΗΤΑ [κάμψη—φανερά ανάκριση] ΕΓΓΡΑΦΟ [241] –στην κύρια διαδικασία: ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑ [329] ΠΡΟΦΟΡΙΚΟΤΗΤΑ [331] ΑΜΕΣΟΤΗΤΑ [365] ΣΥΝΕΧΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ [339 παρ. 2 ] . ΑΝΤΙΔΙΚΙΑ [333 παρ. 3].
Η ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΗ ΑΡΧΙΖΕΙ με την άσκηση της ποινικής δίωξης [27] από τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών [ ή Εφετών στην περίπτωση του 29 παρ. 2] και στα πταίσματα από τον δημόσιο κατήγορο ή τον πταισματοδίκη [27 παρ. 2] [ άρθρο 49] – Ο Εισαγγελέας μόλις λάβει γνώση από ένα αυτόφωρο έγκλημα [242 και 418] ή από μια [ γραπτή ή προφορική] έγκληση [50] αίτηση [41] αναφορά [40] μήνυση [42] είδηση [36] ότι έγινε μια αξιόποινη πράξη [36] είναι υποχρεωμένος να ασκήσει [κινήσει] [αρχή νομιμότητας—εξαίρεση άρθρα 30 παρ. 2, 44 ,45 αρχή σκοπιμότητας] και ασκεί [ κινεί] ποινική δίωξη [43] η οποία γίνεται με παραγγελία για ανάκριση ή προανάκριση [243,246] ή με ’’απευθείας’’ κλήση του κατηγορουμένου στο ακροατήριο [43] όπου τούτο επιτρέπεται. Επιτρέπεται τούτο στις περιπτώσεις που η προανάκριση είναι δεν είναι αναγκαία [ και παραλείπεται] δηλαδή στα πταίσματα, στα πλημμελήματα της αρμοδιότητας του Μονομελούς, στα άλλα πλημμελήματα αν έγινε προκαταρκτική εξέταση και σε εκείνα που δικάζονται με την’’ επ’ αυτοφώρω’’ διαδικασία. (244 και 417)
Η ΠΡΟΑΝΑΚΡΙΣΗ είναι μια συνοπτική συγκέντρωση του αποδεικτικού υλικού.—Ενεργείται από ανακριτικό υπάλληλο μετά από γραπτή παραγγελία του εισαγγελέα [243], αλλά και χωρίς εισαγγελική παραγγελία σε δύο περιπτώσεις: α] Όταν υπάρχει κίνδυνος από την αναβολή και β] στο αυτόφωρο έγκλημα--- Στις δύο αυτές περιπτώσεις ενεργεί προανάκριση και ο τακτικός ανακριτής [ συν.243 παρ. Ι και 246 παρ. Ι]—Η προανάκριση αρχίζει 1] με μήνυση έγκληση 2] Όταν υπάρχουν πληροφορίες ότι έγινε έγκλημα [ Πληροφορίες για τέλεση αξιόποινης πράξης που διώκεται αυτεπάγγελτα δύναται να δώσει καθένας [42]. Υποχρεούνται α]οι ανακριτικοί υπάλληλοι β] οι δημόσιοι υπάλληλοι, δια όσα εγκλήματα υπέπεσαν στην αντίληψή τους κατά την άσκηση της υπηρεσίας τους, τα ποινικά πολιτικά, διοικητικά και ασκούντα πειθαρχική εξουσία δικαστήρια δια τα εγκλήματα που έγιναν κατά την εκδίκαση των υποθέσεων. Γ] Οι ιδιώτες στις περιπτώσεις που ορίζει ο νόμος [36-41] και 3] στο αυτόφωρο έγκλημα [ Αυτόφωρο έγκλημα υπάρχει όταν’’ είναι εν τω πράττεσθαι ‘’ [γνήσιον αυτόφωρον] και όταν ‘’επράχθη προσφάτως’’ [ οιονεί αυτόφωρον]. Ένα έγκλημα δεν είναι αυτόφωρον αν πέρασε ολόκληρη η επόμενη ημέρα [242] ].
– Η προανάκριση τελειώνει 1] με ‘’απευθείας’’ κλήση του κατηγορουμένου στο ακροατήριο, όταν ο Εισαγγελέας κρίνει ότι προέκυψαν ‘’επαρκείς ενδείξεις’ για την παραπομπή του κατηγορουμένου. 2] με την εισαγωγή της υπόθεσης στο Δικαστικό Συμβούλιο, [ όταν ο Εισαγγελέας φρονεί ότι δεν υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις ή ότι πρέπει να παύσει η ποινική δίωξη ή να κηρυχθεί απαράδεκτη ή να μην γίνει κατηγορία δηλαδή σε όλες τις περιπτώσεις που πρέπει να εκδοθεί απαλλακτικό Βούλευμα]. Και 3] με την παραπομπή σε τακτική [κύρια] ανάκριση. Τούτο συμβαίνει α] στα κακουργήματα β] στα πλημμελήματα, όταν κατά την κρίση του Εισαγγελέα πρέπει να εκδοθεί ένταλμα σύλληψης ή προσωρινής κράτησης, γιατί το ένταλμα σύλληψης ή προσωρινής κράτησης το εκδίδει ο τακτικός ανακριτής. Στις δύο αυτές περιπτώσεις η προανάκριση υποχρεωτικά ‘’περατούται’’ με παραπομπή της κύριας υπόθεσης σε κύρια ανάκριση και για όταν η υπόθεση μετά την προανάκριση έχει ανάγκη συμπλήρωσης από κύρια ανάκριση [245].
Η [ΚΥΡΙΑ] ΤΑΚΤΙΚΗ ΑΝΑΚΡΙΣΗ είναι μια λεπτομερέστερη εξέταση της υπόθεσης και ενεργείται από τακτικό ανακριτή πάντοτε μετά από γραπτή παραγγελία του Εισαγγελέα η οποία πρέπει να μνημονεύει ορισμένα και ειδικά την αξιόποινη πράξη και την ποινική διάταξη που την προβλέπει [246]. Η παραγγελία αφορά την πράξη [IN REM]και όχι το πρόσωπο [IN PERSONA]—Έτσι ο ανακριτής μπορεί να κάνει ανάκριση και για άλλα πρόσωπα για την αυτή πράξη όχι όμως για άλλες πράξεις. Ο τακτικός ανακριτής έχει δικαίωμα να διαφωνήσει με την Εισαγγελική παραγγελία όταν φρονεί αα] ότι είναι αναρμόδιος ββ] ότι παρεγράφη το αξιόποινο γγ] δεν φέρει αξιόποινο χαρακτήρα ή πράξη, ή δδ) αν υπάρχουν λόγοι που αναστέλουν ή εμποδίζουν την ποινική δίωξη. [247]. Δεν μπορεί όμως να διαφωνήσει για το ‘’ουσία’’ βάσιμο της κατηγορίας.
Η ΚΥΡΙΑ ΑΝΑΚΡΙΣΗ ‘’περατούται’’ με εισαγωγή της υπόθεσης στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών με εξαίρεση α εγκλήματα του ν. 1698/1950 που η περάτωση της κ.α. κηρύσσεται από το συμβούλιο εφετών με βούλευμα. ( 308 παρ. 1) Εξαιρετικά στα πλημμελήματα και με’’ απευθείας’’ κλήση στο ακροατήριο αν συμφωνούν ανακριτής και Εισαγγελέας.( 308 παρ. 2). Ο κατηγορούμενος μπορεί εντός δέκα (10) ημερών από την επίδοση του κλητηρίου θεσπίμσατος να προσφύγει στον αρμόδιο Εισαγγελέα Εφετών. (322 παρ. 1).
ΒΟΥΛΕΥΜΑ: Είναι η απόφαση των δικαστικών Συμβουλίων και έχει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Τα βουλεύματα τα διακρίνουμε : Α] ΟΡΙΣΤΙΚΑ [όταν αποφασίζουν πάνω στο κύριο θέμα της υπόθεσης δηλαδή αν θα παραπεμφθεί ο κατηγορούμενος στο ακροατήριο] τα οριστικά διακρίνονται: 1] Σε ΠΑΡΑΠΕΜΠΤΙΚΑ [ όταν υπάρχουν αποχρώσεις ενδείξεις για να στηριχθεί εναντίον του κατηγορουμένου κατηγορία . [313]. 2] Σε ΠΑΥΟΝΤΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΑ ΤΗ ΔΙΩΞΗ [όταν οι υπάρχουσες ενδείξεις δεν είναι αποχρώσες και πρόκειται για ένα από τα κακουργήματα του άρθρου 309γ –Ανθρωποκτονία, Ληστεία ,Κλοπή, Ζωοκλοπή ,Εμπρησμός, Εκβίαση—ΑΛΚΖΕΕ—310 και 3] Σε ΑΠΑΛΛΑΚΤΙΚΑ. Διακρίνονται σε εκείνα 1[ που δεν πρέπει να γίνει κατηγορία διότι [α] δεν υπάρχουν καθόλου ενδείξεις . [β] οι υπάρχουσες δεν είναι αποχρώσες και δεν πρόκειται για ένα από αυτά του άρθρου 309γ [310] ]γ] Το γεγονός δεν περιέχει αξιόποινη πράξη [δ] υπάρχουν λόγοι που αποκλείουνε το άδικο ή τον καταλογισμό και [ε] συντρέχει λόγος προσωπικός απαλλαγής από ποινής [Α.Π. 272/1957] 2] που παύει οριστικά η δίωξη [309β] [διότι αα] Παραγράφηκε το αξιόποινο ββ]αμνηστεύτηκε η πράξη γγ] υπάρχει Παραίτηση ή ανάκληση της έγκλησης δδ] ‘’Απέθανε΄΄ ο κατηγορούμενος και 3] του κηρύσσεται απαράδεκτη η ποινική δίωξη [διότι υπάρχει δεδικασμένο ή δεν υπάρχει η απαιτούμενη για τη δίωξη έγκληση αίτηση άδεια [310].
Ο ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΣ ΚΛΗΤΕΥΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΚΡΟΑΤΗΡΙΟ ΜΕ ΚΛΗΣΗ όταν η υπόθεση παραπέμπεται στο ακροατήριο με βούλευμα [309 επ] το οποίο του επιδίδεται ή με ΚΛΗΤΗΡΙΟ ΘΕΣΠΙΣΜΑ όταν παραπέμπεται με ‘’απευθείας ‘’ κλήση [ 244,308 παρ. 3,245 ) ή ΜΕ ΚΛΗΣΗ ( αρ. 320 ΚΠΔ).
Η Διαφορά κλήσης και κλητηρίου Θεσπίσματος:
1.- Το Κλητήριο θέσπισμα περιέχει: α] στοιχεία ταυτότητας κατηγορουμένου β] Προσδιορισμό δικαστηρίου στο οποίο καλείται να δικαστεί γ] Χρονολογία ημέρα και ώρα εμφάνισης, δ] ακριβή καθορισμό της πράξης για την οποία κατηγορείται και το άρθρο του νόμου που την προβλέπει, ε] Σφραγίδα και υπογραφή Εισαγγελέα [ ή δημόσιου Κατήγορου στα πταίσματα]. [321 παρ. 1]. Η Κλήση περιέχει ότι και το Κλητήριο Θέσπισμα ‘’ΠΛΗΝ’’ του καθορισμού της πράξης και του άρθρου που την προβλέπει [ δηλαδή το δ ] διότι αυτά περιέχονται στο Βούλευμα που του έχει επιδοθεί ‘’ΣΥΝ’ τον αριθμό του Βουλεύματος (321 παρ. 2). Αν δεν περιέχονται αυτά στην κλήση ή στο κλητήριο θέσπισμα ο κατηγορούμενος δύναται να ζητήσει την ακύρωσή τους, μέχρι της έναρξης της αποδεικτικής διαδικασίας και απαράδεκτη τη συζήτηση της υποθέσεως Η Ακυρότητα είναι σχετική ( άρ. 174 παρ. 2).
ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΕΠΙΔΟΣΗΣ ΚΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΛΗΤΗΡΙΟΥ ΘΕΣΠΙΣΜΑΤΟΣ:
Ι] Μετά την επίδοσή τους ο Εισαγγελέας δεν δύναται να αποσύρει την υπόθεση από την δικάσιμο που έχει ορισθεί. [ Εξαίρεση άρθρο 169 παρ. 2 και 323 εάν μετά την ‘’απευθείας’’ κλήση προκύψουν λόγοι που δίνουν βαρύτερο χαρακτήρα στο πλημμέλημα [320 παρ. 2]
2] Αναστέλλεται η προθεσμία της παραγραφής .
ΠΡΟΣΦΥΓΗ: Ο κατηγορούμενος που κλητεύθηκε με ‘’απευθείας κλήση’’ στο ακροατήριο του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου, δύναται να προσφύγει εντός 10 ημερών από την επίδοση του κλητηρίου θεσπίσματος στον Εις. Εφετών. Ο τελευταίος ή απορρίπτει την προσφυγή ή διατάσσει ανάκριση ή προανάκριση ή και συμπλήρωση της προανάκρισης. Μετά ή απορρίπτει την προσφυγή ή διατάσσει την εισαγωγή της υπόθεσης στο Συμβούλιο. [322]